Новогреческий словарь
κολυμβητά
κολυμβητά
вплавь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вплавь
? —
κολυμβητά
как с
(ново)греческого
переводится слово
κολυμβητά
? — вплавь
#
(ново)греческий словарь
—
επιδετικός
—
πασχάλιο
—
αψυχία
—
όρνεο
—
εκτραχύνω
—
κεραμοοιία
—
θηρευτής
—
στεναχωρημένος
—
διεκδικώ
—
μελωδία
—
κοροϊδίστικος
—
χαλκάς
—
άδεια
—
ηλιοστάσιο
—
μερτζάνι
—
ντέ φάκτο
—
σκαφίδι
—
σεμνά
—
αποκαίομαι
—
έφιππος
—
ελαιοφυής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве