|
прям., перен. бредить #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бредить? — παραληρώ как с (ново)греческого переводится слово παραληρώ? — бредить — χαβάγια — αυτοκινητοδρόμιο — κισσοστεφής — τσακάω — παιχνιδότοπος — κυκλικός — κακοπιάνω — ΔΕΗ — δίδω — πετραχήλι — επικάμπτω — δαμάσκο — ρωσοτουρκικός — ποταμήσος — αντίσκομμα — καλοπιάνω — όπιο — υπότιτλος — ριζοσπαστισμός — ανακρίνων — κλάκ |
|||