|
ο электростанция #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово электростанция? — ηλεκτροσταθμός как с (ново)греческого переводится слово ηλεκτροσταθμός? — электростанция — χρηματαγορά — παπαγαλισμός — ανέκδοτο — περιστεροτροφείο — οκνηρία — καμώματα — αναδασμός — κουλουρτζής — ισπανομάθεια — θρύψις — αραβοϊσραηλινός — ασντερεύω — αβάρετος — ξετιμάω — κακομελετάω — αεροπορικός — διανεμήτρια — προσοικενώνομαι — ισάριθμος — εντύπωση — σαλιαρίστρα |
|||