|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χοροπηδητό? — — αβρώμιστος — μικρότητα — φαλαινάκι — λαγοκοιμάμαι — μαντατούρης — κρεπάρω — ετεροδοξία — φυτογραφικός — ρηγόπουλο — εξισωτικός — απερήμωση — συντελεστικός — σωμασκία — φιλότεχνος — ελατότητα — εξορκιστικός — τοκιστής — επηρμένος — περι- — μπατηρίζω — σαμόλαδο |
|||