Новогреческий словарь
ανολκεύς
ανολκεύς
(-έως) ο
лифт
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
лифт
? —
ανολκεύς
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανολκεύς
? — лифт
#
(ново)греческий словарь
—
λοξοδρομία
—
βλασταρώνω
—
φοινίκων
—
θαλαμηπόλος
—
δαφνοστέφανο
—
αδιακύβευτος
—
προφητικός
—
αιθερόλαμνος
—
παίδεμα
—
ελαιόφυτος
—
νεοφιλελευθερισμός
—
ουσιώδης
—
κατάπρωτος
—
βεντετίζω
—
ιεροκρατία
—
αμετάθετο
—
κατοικητήριον
—
καρροτσάκι
—
νεόβγαλτος
—
μελοποιούμαι
—
ξεχασιά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве