Новогреческий словарь
καράολος
καράολος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
καράολος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αφερμάτιση
—
πολυβολισμός
—
επτάεδρος
—
σκωληκόβρωτος
—
άπονος
—
τουρισμός
—
μονοσθενής
—
υποτελώνης
—
αφαίμαξη
—
δευτερώνω
—
γεάνθρακος
—
τυχερό
—
λάπα
—
πνιχτικός
—
τρόμπα
—
καθοδήγηση
—
καβαλλικευτά
—
ακαλανάρχητος
—
εγγομφώνω
—
βραδυγλωσσία
—
υποσταλτικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве