|
ο, η эпидемиолог #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эпидемиолог? — επιδημιολόγος как с (ново)греческого переводится слово επιδημιολόγος? — эпидемиолог — παράσελμα — ποταμολίμνη — ίδρωση — βυτίον — περιλάλητος — κατά μόνας — ανθρακοποιός — παγκοσμιότητα — πόστ-ρεστάν — κωλοπαίδι — αρχειοθέτηση — σωροτομελανίας — αναθρεφτός — γεμιστής — ηνία — θαυμαστικά — φλιά — κατάστημα — αυτοκολασμός — υπομοχλεύω — βαλσαμώνω |
|||