|
το хим. нефелометр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нефелометр? — νεφελόμετρο как с (ново)греческого переводится слово νεφελόμετρο? — нефелометр — αυτολάτρης — ανεξικακώ — κοκκινάδι — βουρλιά — έφεδρος — σκάρτο — αναμπάρωτος — αργολογία — αλανάριστος — ξέπλεγμα — απόβραδο — ορειβάτης — αδροκάμωτος — γλεντοκόπι — συνταγή — συμπεθεριάζω — ντελάλης — αποσάπισμα — άγγελμα — χαριτολογία — επαναληπτικότητα |
|||