|
уст. хвалебный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хвалебный? — ευφημητικός как с (ново)греческого переводится слово ευφημητικός? — хвалебный — ιδρυματοποιούμαι — στίλβη — καταψυκτικός — μεροδέντρι — φέλπα — ένδεια — αποξεχνάω — σκατίλα — αναβαπτισμένος — ανακουφισμός — εμπερικλείω — ραγδαίος — θρηνητικός — γερμανόφιλος — μπεντένι — αρμπιρόζα — αμερικανοκρατούμενος — δυσφόρητος — ξεχειλώνω — χρηματοδότηση — καταβολάδο |
|||