|
το накрахмаливание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово накрахмаливание? — κολλάρισμα как с (ново)греческого переводится слово κολλάρισμα? — накрахмаливание — υφαντής — Ξανθίππη — παράμερος — θεριστικά — αβάσκαμα — εκδικιέμαι — προικιό — αποδίωξη — ευφλεκτότητα — ακύρωση — ρέπω — αθύμιστος — ξαναμμένος — ξέστερος — φούσκισμα — εκτρέχω — αναλικνίζω — αχρειολόγος — στηθοδέρνομαι — ανατάσσομαι — ορογραφικός |
|||