Новогреческий словарь
αβάπτιστος
αβάπτιστ|ος
некрещёный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
некрещёный
? —
αβάπτιστος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αβάπτιστος
? — некрещёный
#
(ново)греческий словарь
—
καταλαλήτρια
—
ανασυνταγμένος
—
γεηρός
—
ραδιοτηλεγραφητής
—
συστοιχία
—
ευχάριστος
—
αδόντιαστος
—
γάδος
—
μπαξές
—
αμονοπώλητος
—
νεωτερικότητα
—
κλυστήρι
—
διοχέτευση
—
βλωμός
—
κτενοποιός
—
πισσάσφαλτος
—
λογοτριβή
—
χάπι
—
μέλλω
—
βλακίζω
—
γεννημένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве