|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ζηλαδέρφια? — — ματωμένος — καλοφκιασμένος — αλάτρευτος — ατρυπάνιστος — αμφιτρύων — ανθότυρος — λατομία — αμετακίνητος — τυχαίνω — ανορθώτρια — φερμάρω — ορθούμαι — περίφρακτος — αρμοστεία — προπαιδειό — εβραίϊκα — μεθόρμιση — τρυφερότητα — εικοσάδα — γλεύκος — δεντρολίβανο |
|||