Новогреческий словарь
τσιτσίρισμα
τσιτσίρισμα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσιτσίρισμα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γιατροπόρεμα
—
αρρενωπό
—
σφαιρομετρία
—
φοβερός
—
αλετρόχερο
—
μαυρόκοτα
—
απορράβω
—
τσάταλο
—
ξεσυνέριση
—
πανταλόνι
—
σκωληκοτρόφος
—
ξανασηκώνω
—
λάμπος
—
εθκλουσίως
—
αδικοπραξία
—
αλειπτήρ
—
εμπίπτω
—
ιδιολάτρις
—
Λονδίνο
—
γραμματοσημέμπορος
—
λωτός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве