ιεροκήρυκας

формы словаβ
ιεροκήρυκας
ο церк. проповедник



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово проповедник? — ιεροκήρυκας
как с (ново)греческого переводится слово ιεροκήρυκας? — проповедник


αυτοκινητίστριαδαφνιακόςσμεουρδιάκαρδιόπονοςαναπέφτωχειραγώγησηανθρωπίζωπολύμοχθοςμικροβιολοσίαμετάλλευσηβακτηριολογίαφουρκίζομαιπροτροπήΣμαρώοδοντίνητελειοποιήσιμοςπιτυργιάζωιώτασκόρπιαατιμίαδιπλότυπος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit