|
προστ. от βλέπω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ιδές? — — γαλανός — ιεροσυλία — σπιούνος — οφιοφάγος — κλεισιάδα — μακιγιαριστής — βραστερός — σκίαστρον — έκχυσις — αχαλινωσιά — αστοχιάρης — διανάττω — αναλογιστικά — αμακαδόρικος — σβούρισμα — ειρηνοφόρος — αλάνης — περιτρίγυρα — ανάποδα — προχρηματοδότηση — καθρεφτιστός |
|||