|
ο, η штрейкбрехер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово штрейкбрехер? — ανταπεργός как с (ново)греческого переводится слово ανταπεργός? — штрейкбрехер — εξάποδος — χαμαιπετής — σκάρος — οδοντόπονος — αρσίζα — αμμωνοειδή — παλαμύδα — ερυμα — σεμνοτυφία — τσάπισμα — γκρι — κατασκοτώνω — μεταγραφή — εδραίωμα — κερατοειδής — θιασάρχίνα — ταππώνω — διαφέρον — θωρακίτης — ακαταφρόνητος — ανα- |
|||