θώραξ

формы словаβ
θώραξ
(-ακος) ο ист. панцирь



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово панцирь? — θώραξ
как с (ново)греческого переводится слово θώραξ? — панцирь


πυριτιδοποιείοσταυρομάννααντιληπτικόςπαραφυλάωκαμπίναφτυαρίζωμάλαθροπεριπολίασκυλοδόντηςσκοπευτήριοδιοργανώτριαεγκαρδιώνωλαιμαριάπεριπνευμονίαεκδόριονξεσκούντημαψιλοκοσκίνισμααποικίζωδεσμώτηριονμελισσοτρόφοςαπρόδοτος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit