|
Комод #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συρταριέρα? — — αποβγάζω — φώσφορος — λιόκρουγμα — υδρόρροια — ζωτικός — αμάλωτος — παραληρηματικώς — αιμόχροος — αψηλωτός — άπηξ — στήθι — γλύφανο — σολαρία — θαρραλέος — τυχερή — ξεροτηγανίζομαι — μηδένιση — μελανείο — ρήον — ακτινοβόληση — παρυφή |
|||