|
η 1) изъязвление; 2) язва #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово изъязвление? — ελκωση как на (ново)греческом будет слово язва? — ελκωση как с (ново)греческого переводится слово ελκωση? — изъязвление, язва — κατουρλοκάνατο — αποίκηση — τροχήλατος — εμπλακείς — γλωσσοδέρνω — γλωσσόκομπο — περιτέμνω — αξαγόευτος — προσηγορία — ανοστίμευτος — αρνοκόπαδο — φαρμακοδυναμικά — ελλόγος — ορχηστρίδα — παιχνιδότοπος — φελόνι — ανεφάρμοστος — ταβατούρι — διάτηξις — καταγραφεύς — μακροπροθέσμως |
|||