|
το устрица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово устрица? — όστρεο как с (ново)греческого переводится слово όστρεο? — устрица — αποχαντακώνω — ενυπόγραφος — περιφράσσω — ανορωτώ — άντρας — μυρισμένος — αμαξοφόρτωμα — νυφοπάζαρο — νεόδμητος — ανθρακόχρους — φύω — αποκρικώνω — φράκο — προκληροδότημα — εξορκιστής — κειμηλίαρχος — εκνευριστικά — κορόϊδεμα — ισούμαι — λικέρ — ευκλείδειος |
|||