Новогреческий словарь
συγκεκλιμένος
συγκεκλιμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συγκεκλιμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γραμμοφωνώ
—
βερίκουκκο
—
βρογχεκτασία
—
νέθω
—
ισραηλίτισσα
—
εποχιακός
—
αδολέσχημα
—
γεωλογικός
—
ανδρομανής
—
οχληρότητα
—
ακαδημαϊκός
—
βασανίζομαι
—
αμφίζυγος
—
κλίση
—
κλαίομαι
—
αμμοδίαιτος
—
λέτσος
—
μπεσαλής
—
προσκυνητής
—
άρμπορο
—
ευαπόσπαστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве