|
ο клён #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово клён? — αγριοπλάτανος как с (ново)греческого переводится слово αγριοπλάτανος? — клён — υποκαθιστώμαι — επακμάζω — ακινητοποιούμαι — κουρέλιασμα — ανάβρυσμα — οκέλα — αλεξιπτωτιστής — γλωσσοφάγωμα — προσαύξημα — πολλαπλάσιο — ελεητικός — σοσιαλισμός — αντιμιλιταρισμός — ψιμμυθιωμένος — αχρειολογώ — συγκαταβατικότητα — επικαλώ — συντομεύω — μιμόζα — βάσταξ — λαδάκι |
|||