Новогреческий словарь
ανέκδοτο
ανέκδοτο
το
анекдот
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
анекдот
? —
ανέκδοτο
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανέκδοτο
? — анекдот
#
(ново)греческий словарь
—
διπλοχαιρετίζω
—
νόθευση
—
παρεκβατικότης
—
αποινεί
—
καταπονάω
—
ιταμώς
—
Γιεκατερίνμπουργκ
—
ολομελειακός
—
αποσταγμένος
—
ολάκριβος
—
εξάκις
—
ευνοϊκά
—
ανεμούριο
—
ξεποδαριάζω
—
καρδιοτοκογράφος
—
κροταλίζω
—
δεκατημόριο
—
εξάδελφος
—
προγάστορας
—
γενναιοδωρία
—
σπουδαστήριο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,