Новогреческий словарь
γαλάκτωμα
γαλάκτωμα
το
эмульсия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эмульсия
? —
γαλάκτωμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
γαλάκτωμα
? — эмульсия
#
(ново)греческий словарь
—
αδακρυς
—
υποδιεύθυνση
—
ακαδημαϊσμός
—
πυρακτώνω
—
αρνόγουνα
—
γναφευτικός
—
μητριαρχικός
—
αντιμοναχικός
—
ξαναρράβω
—
υποτάσσω
—
χαλκομανία
—
χωροδικτύωμα
—
αποκυλίω
—
βολή
—
καλιμπράρω
—
μολυσματικός
—
βαρύσφαιρα
—
μανομετρικός
—
εύτολμος
—
μηχανισμός
—
ανοιχτόχρωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве