Новогреческий словарь
εμμανώς
εμμανώς
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμμανώς
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ψοχρόαιμος
—
κόπτομαι
—
λιγνίνη
—
σφυγμομετρώ
—
στερρός
—
λαγκεύομαι
—
ξεμασκαρεύω
—
κρανιομετρικός
—
σάλιασμα
—
χαμός
—
αραχνιά
—
πρωταπριλιά
—
εποχούμαι
—
ταράττομαι
—
φωσώνιον
—
τουρτούρισμα
—
εισοδιάζω
—
απασχολημένος
—
κωδωνίσκος
—
βουτυράπιδο
—
μακαρίτισσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве