Новогреческий словарь
αστικοποίηση
αστικοποίηση
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αστικοποίηση
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μαχαιροποιός
—
υψηλό
—
μανάρα
—
παραφυάδα
—
διαδηλώτρια
—
χρυσοκεντήτρια
—
ελάττωμα
—
νεόνυμφη
—
ακατανόητο
—
ζωοπαθολογία
—
αναθάρρηση
—
μελανίνη
—
Παναγία
—
σταμναγκάθι
—
αντιπαραβάλλω
—
αυγατίζω
—
τετραγωνικός
—
επείγω
—
νεόλεκτος
—
νοικιάζω
—
νοστιμεύομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве