|
ο бабник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бабник? — ζαμπαράς как с (ново)греческого переводится слово ζαμπαράς? — бабник — τσιγκλώ — ανέλπιδος — ιλλυρικός — σχιζοφρενής — ακτινοδέσμη — ανεξουσιοδότητος — απονέμω — κοίλος — έπος — αλτρουίστρια — ταράττω — επίθετος — ηρεμώ — μανόλια — ξιφίδιο — γλυκαντικό — αντιμαχία — φαραώ — γυφτοχαρατσής — ανοσιουργός — μαντεμένος |
|||