Новогреческий словарь
απολυμαίνω
απολυμαίνω
(αόρ. απολύμανα)
дезинфицировать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дезинфицировать
? —
απολυμαίνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
απολυμαίνω
? — дезинфицировать
#
(ново)греческий словарь
—
στενόχωρα
—
ερτσιανά
—
βλαστοφόρος
—
τελάρο
—
χωρομετρικός
—
πανελλήνιος
—
ναρκοσυλλέκτις
—
φασιστικός
—
υφαντική
—
ζευγαράκι
—
ηρωίδα
—
ατοποθέτητος
—
γλυκοπύρουνος
—
κουκουλλιάζω
—
ιρρεδεντισμός
—
λεπτομέρεια
—
λαυριώτισσα
—
λιθοθρύπτης
—
αυτοτομία
—
σόλφέτζιο
—
παρασύνθετος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве