Новогреческий словарь
ανεύρυνση
ανεύρυνση
η
расширение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
расширение
? —
ανεύρυνση
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανεύρυνση
? — расширение
#
(ново)греческий словарь
—
συνεργατική
—
χρυσόβουλο
—
στενότητα
—
αθυμίαστος
—
εφιαλτικός
—
ακόπιαστος
—
περισκελίς
—
φλομώνω
—
διευκρίνιση
—
υποκρίτρια
—
βιομηχανικός
—
ξανάστροφα
—
διπλογραφία
—
διχρονίζω
—
αορτή
—
σκαπάνη
—
ζαλικωμένος
—
γλακώ
—
έναστρος
—
μυογράφημα
—
παραμυθιάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве