|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βυρσοδεψία? — — ατιμωρησία — αχορτασιά — συμφιλιώνω — κατραπακιά — αποκρεμάδα — εκκρίνω — ψώριασμα — πολυτάραχος — παρανόμως — ρασιστικός — Αιγύπτιος — έμμεσος — δεκαοκτάκις — συμβατικός — γλιστρολογάω — γινατσιάρης — αλάφιασμα — αμερεμέτιστος — ροδομάγουλος — επταμερής — οικοδομώ |
|||