Новогреческий словарь
αυτεπαγγέλτως
αυτεπαγγέλτως
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτεπαγγέλτως
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ευλαβούμαι
—
περεχύνω
—
δυσμετάθετος
—
πριονόμυλος
—
Αμερικάνος
—
δαμαλιδικός
—
χοντροφτιαγμένος
—
ανδριαντοποιία
—
ξενέθω
—
εποίκηση
—
υποβέθνος
—
διαστάλαξη
—
ανένδοτος
—
ρεμβάζω
—
απλήθυντος
—
αγκομαχώ
—
μαντατουρεύω
—
ταγμα
—
αλαφρόπιστος
—
καρβουνιάρης
—
στημόνιασμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве