Новогреческий словарь
υποδόριος
υποδόρι|ος
подкожный
;
~οι ενέσεις — подкожные инъекции
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
подкожный
? —
υποδόριος
как с
(ново)греческого
переводится слово
υποδόριος
? — подкожный
#
(ново)греческий словарь
—
εργοδοτικός
—
βαμβακοσυλλέκτης
—
εκτίναξη
—
γαλαντομία
—
παρασπόνδησις
—
δεκάγωνο
—
κάν
—
καφεκόπτης
—
διασκόπηση
—
γεάνθραξ
—
ερυθρόδανον
—
πρόσληψη
—
άρρητος
—
ποντίζω
—
όρυξη
—
σκορπισμένος
—
βεζικάντι
—
στραγγαλιστικός
—
ποικιλόθερμος
—
επιστήριξις
—
φρύνος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве