Новогреческий словарь
στάσιμο
στάσιμο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
στάσιμο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δικράνι
—
χιλιάρικος
—
χημεία
—
σχίνος
—
άρθρο
—
αραθυμώ
—
καμηλόμαλλο
—
εντράπηκα
—
Παναμέζος
—
πώρωση
—
κλεφτουριά
—
αναφτέριασμα
—
κρεββατώνομαι
—
επιβατολόγιο
—
σουρωτός
—
ασυγκόμιστος
—
όλως
—
ξανανοίγω
—
χρεωστής
—
μπηχτή
—
μετάξι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве