|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ένθρονος? — — επίθετο — ρυπτικός — τουρκικά — θεσσαλικός — φαγάδικος — πολύπαθος — ετυμολογικός — ταμπλώ — σπινθήρας — άισμπεργκ — αποδόσιμος — εξαναγκασμένος — ρόπαλο — αστόχημα — διαβητικός — εισάγομαι — ψωροπερήφανος — διαστολή — σεισμολόγιο — διαβιβαστήριος — παρευθύς |
|||