Новогреческий словарь
αποθηκευτικά
αποθηκευτικά
τα
плата за аренду складского помещения
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
плата за аренду складского помещения
? —
αποθηκευτικά
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποθηκευτικά
? — плата за аренду складского помещения
#
(ново)греческий словарь
—
τρενάρισμα
—
φιδοζώνομαι
—
παλαίστρια
—
βιοαποδομήσιμος
—
χελωνός
—
ατμολέβητας
—
ρητινώνω
—
κωκ
—
φρικιό
—
ρεβιζιονίστρια
—
γυμνοποδία
—
μέρσιμος
—
τουρκομερίτισσα
—
ναρκομανής
—
αδικαίωτος
—
καλούπι
—
ξεσπιτίζω
—
θέση
—
διενεργών
—
μορφωμένος
—
πρωτοτυπικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве