|
η фланель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фланель? — φλανέλλα как с (ново)греческого переводится слово φλανέλλα? — фланель — μικκύλιο — διαλλάττομαι — κατανεμημένα — ασκοτσάμπουνο — κλοτσιά — γρίφος — εξαφανισμός — εξάδελφος — γεροντοτρόφια — κορόϊδεμα — απατώ — στεγνωτήρας — χαρτομάντις — μακαρονοποιία — στάχτωμα — μικροζωάριο — ψυχωμένος — αδολεσχία — παρεξήγηση — τελματικός — ευρωπαϊκός |
|||