Новогреческий словарь
ενδομητρίτις
ενδομητρίτις
(-ιδος) η мед.
эндометрит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эндометрит
? —
ενδομητρίτις
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδομητρίτις
? — эндометрит
#
(ново)греческий словарь
—
υπτίαση
—
μουντζώνω
—
τρίχας
—
μικρόθυμος
—
εκατοστάρικο
—
καλοκοιτώ
—
οινοπώλισσα
—
χιτλερισμός
—
ξεφυσώ
—
πετάλωμα
—
εκθειάζω
—
ακωμώδητος
—
βλαχόσκαλτσα
—
αναστημόμετρο
—
ενασχολούμαι
—
κρεμάμενα
—
κύστη
—
γατσούνι
—
εμβολή
—
αλαλαχή
—
λιθοπελεκητής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве