Новогреческий словарь
απολυτισμός
απολυτισμός
ο филос.
абсолютизм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
абсолютизм
? —
απολυτισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
απολυτισμός
? — абсолютизм
#
(ново)греческий словарь
—
γυναιτίκι
—
γυρολόγος
—
σκορπίζομαι
—
ειδωλολάτρισσα
—
παγοθραυστικός
—
άρριφτος
—
αλαταποθηκάρνος
—
γυαλιστός
—
ανενδεής
—
εντάμα
—
τρώκτης
—
απανωτιαστά
—
αποκαθαρίδι
—
γουλιά
—
άδηλος
—
επαγώγιμον
—
οντολογία
—
αναγαργαρίζω
—
γυμνοσαλίγκαρος
—
εξωμερίτικος
—
ρέστα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве