Новогреческий словарь
καταμαρτύρησις
καταμαρτύρησις
(-εως) η
дача показаний
против кого-л.
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дача показаний
? —
καταμαρτύρησις
как с
(ново)греческого
переводится слово
καταμαρτύρησις
? — дача показаний
#
(ново)греческий словарь
—
πλευροκοπικός
—
ένρυθμος
—
ανδρομίδα
—
στέψη
—
τρουβαδούρος
—
αντίσταση
—
υποδηματοπωλείο
—
εμίχθην
—
μπεμπέκα
—
αυτοκόλλητος
—
αυτοανάλυση
—
λύσιμο
—
καμινεύτρια
—
θεσμοδότημα
—
κουρμαδιά
—
τεκτονισμός
—
ελασσον
—
κυνοκέφαλος
—
ανθράκευση
—
ζαχαρολέμονο
—
κελαδώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве