|
отчётливый, ясный, чёткий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отчётливый? — ευκρινής как на (ново)греческом будет слово ясный? — ευκρινής как на (ново)греческом будет слово чёткий? — ευκρινής как с (ново)греческого переводится слово ευκρινής? — отчётливый, ясный, чёткий — χρέμι — ανεπιτηρησία — ενταγμένος — τσιατάλι — λιθόσφαιρα — μακαριστός — ψαροπάζαρο — ενδοκαρδίτις — επινοημένος — μιμήτρια — μερινός — εξακολουθητικώς — δακρυγόνος — αδικώ — μαεστρία — τρυφή — πτεροφυΐα — ποδηλατάδικο — ακούραστος — λιβελλογραφώ — προσνήωση |
|||