Новогреческий словарь
δημώδης
δημώδης
народный
;
~ ποίησις — народная поэзия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
народный
? —
δημώδης
как с
(ново)греческого
переводится слово
δημώδης
? — народный
#
(ново)греческий словарь
—
σεμιγδαλένιος
—
εγκατάσταση
—
τσαπουρνιά
—
καμόρρα
—
υποσιτίζομαι
—
πρωτοδιορισμένος
—
ασπάζομαι
—
αποχιονισμός
—
κλονίζομαι
—
ραχατιλίκι
—
ξυπόλητος
—
ντετερμινισμός
—
λιόκρουση
—
χνοασμός
—
πρεμούρα
—
αορτέας
—
πενταπλούς
—
ζωοδότης
—
ζυγούμαι
—
ακλόνητος
—
μπαμπόγερος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве