|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κυνικά? — — στιχουργική — γαλακτοπότης — πλυμένος — ακυρολογώ — αμαγγάνευτος — στερνοπαίδι — χηνίσιος — υπώνυμο — τζίτζιρας — υφαλμυρότητα — βαμβάκια — αθρήνητος — αποτραχύνω — τσούξιμο — ηλιακός — στρίψιμο — απονεκρώνομαι — γυαλοκοπώ — θρεφτάρι — εκτιμητικός — περιτύλιγμα |
|||