|
атласный (о бумаге, ткани) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово атласный? — σατινέ как с (ново)греческого переводится слово σατινέ? — атласный — αντρειοσύνη — χορταρικά — αεριώδης — κοινωνιολογία — βιλίτσα — μερτζάνι — χαρτοδέσιμο — γλιτζιάρικος — στίχος — παρακάτω — κατασκεπαστός — αλαταποθηκάρνος — ιεροκήρυκας — κλάψιμο — ρέ — δανειστής — ωτοπλαστική — Ουρανούπολη — όψον — δεκαοκτοετής — πληροφορούμαι |
|||