|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποδίδων? — — μουντάρω — κτηματαγορά — ανυποψίαστος — οστάριο — αράβολος — εκδορέας — φωνοσπασμία — βραχυγραφία — κραταιότητα — τραβηξιά — αυτασφάλεια — αιματηρός — ξετρελαίνομαι — κρασοκατάνυξη — χρωματιστικός — ετερόσημος — ράντσο — ελάχιστος — ανυπόσχετος — κουφοξυλιά — σκαντζόχοιρος |
|||