|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οπλουργία? — — μολυβιά — εκκείμενος — επίρρευμα — σηψαιμία — αφερτός — κουάρτο — αναμαλλιάρης — βροντώ — υπερκερατίαση — αύρα — φρόνημα — αντικληρικά — φυλαγμένος — θρεπτικότητα — αγκαλιάζω — άπταιστα — λιμένισκος — τζαμπατζίδισσα — άσογος — περισυνάγω — στειφτήρι |
|||