Новогреческий словарь
ουρολοίμωξη
ουρολοίμωξη
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ουρολοίμωξη
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δοκιμαστικό
—
βενζινάδικο
—
φουβού
—
αναξιοπάθεια
—
υδροφράκτης
—
αδιάζευκτος
—
αναψήφιση
—
επίμαχα
—
βλαχοπούλα
—
ιδιωτισμός
—
πλίνθος
—
υγροποιώ
—
συμπαράταξη
—
φιλδισένιος
—
απλοποιώ
—
βαγονέττο
—
υπόδειξη
—
ειδοποιητήριος
—
ανιαρώς
—
θαρραλέος
—
αντιπροσαγορεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве