Новогреческий словарь
ουρητήρας
ουρητήρας
ο
мочеточник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мочеточник
? —
ουρητήρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
ουρητήρας
? — мочеточник
#
(ново)греческий словарь
—
προβατίνα
—
βούκουλης
—
δίκοχος
—
αὑαίνω
—
καταχαλώ
—
λοκάουτ
—
ούλος
—
διάκοιλος
—
διήθημα
—
οδοιπορία
—
κτητικός
—
συρματοποιία
—
κρεμμύδι
—
στοματορραγία
—
απαγωγέας
—
αλλότρια
—
αγουρογέννητος
—
σαματάς
—
ελίσσομαι
—
ανοιξιάτικα
—
ξεζεύγω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве