|
без ноши, ненагружеиный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово без ноши? — αζαλίκωτος как на (ново)греческом будет слово ненагружеиный? — αζαλίκωτος как с (ново)греческого переводится слово αζαλίκωτος? — без ноши, ненагружеиный — πρωτόπλους — άφτρα — κρικέλλι — σείση — αναλήθεια — απτερύγωτος — εικασία — λουτρικός — τζανερίκι — εξόστωσις — γλυκερός — αλιάετος — ολόγλυφος — γιάλλα — νεφόκαμα — ορνιθοτροφία — μετεξέλιξη — βερεσέ — ξεμπαρκάρισμα — διάφανος — συμμιγής |
|||