|
το притолока #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово притолока? — υπέρθυρο как с (ново)греческого переводится слово υπέρθυρο? — притолока — αιμόφιλος — δημοκόλακας — απελευθερώνω — αποχωμάτωση — αυγοειδής — άδιωχτος — δινώ — αποσβεστήρας — πλασματικός — εννιάδα — απλόχερα — εσταντανέ — καλάω — ισοσκελίζω — δυτικώς — ξεφλουδίζομαι — ακουτσούρευτος — ζάβλακας — καμαροφρύδα — βαρύαυλος — σιδηροπωλειο |
|||