Новогреческий словарь
μπολερό
μπολερό
το в разн. знач.
болеро
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
болеро
? —
μπολερό
как с
(ново)греческого
переводится слово
μπολερό
? — болеро
#
(ново)греческий словарь
—
μεσημεριανός
—
παρελθών
—
κομματικοοποιούμαι
—
μαρρόνι
—
ποντίζω
—
γλωσσίτις
—
διανάκτης
—
δικινητήριο
—
εκφοβίζω
—
διάξηρος
—
κρεόζωτον
—
πλαστιλίνη
—
σταυρωμένος
—
σταμναγκάθι
—
αδόκιμος
—
αρτεύω
—
διάσιμο
—
συναρμολόγημα
—
πυροτεχνουργία
—
αποσκυβαλισμένος
—
ευκλεής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве